Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΣΚΗΝΕΣ
Μέρος Α΄: Απορία
Όταν ήμουν μικρή είχα συνέχεια απορίες. Στατιστικά λένε, το μέσο πεντάχρονο κάνει περίπου πεντακόσιες ερωτήσεις την μέρα. Όλα ήταν καινούρια και όλα μου προκαλούσαν περιέργεια, αλλά ο χρόνος είχε μια ιδιαίτερη γοητεία. Τι είναι; Γιατί υπάρχει; Πώς δουλεύει; Πώς είμαστε σίγουροι ότι υπάρχει όταν δεν μπορούμε να τον δούμε, να τον αγγίξουμε, να τον μυρίσουμε;
Καμία απάντηση δεν ήταν αρκετά ικανοποιητική. Παρατηρώντας τον κόσμο γύρω μου, παρ’όλο που δεν μπορούσα να τον δω, τον έβλεπα και τον ένιωθα. Τον κρυφοκοίταζα στις φωτογραφίες γνωστών και αγαπημένων ανθρώπων μου και ταυτόχρονα αγνώστων. Πώς γίνεται να είναι αυτή η μαμά μου όταν έχει διαφορετικό κούρεμα, διαφορετικά ρούχα; Όμως είναι σίγουρα το ίδιο πρόσωπο, το χαμόγελο είναι το ίδιο γλυκό, τα μάτια είναι τα ίδια. Τον έβλεπα στους μεγάλους που συνέχεια βιάζονται. Μου προκαλούσε, θυμάμαι, έκπληξη το γεγονός ότι δεν μπορούσαν να δουν πόσο περισσότερο κουραζόντουσαν έτσι. Πώς βρέθηκαν εδώ; Με αυτήν την ερώτηση δεν ξέρω αν αναφέρομαι σε αυτούς ή στις ρυτίδες τους. Πόσες ιστορίες δεν γνωρίζω για αυτούς;
Και τον ένιωθα όταν ξυπνούσα το πρωί αλλά κάθε βράδυ ήμουν πάλι κουρασμένη, όταν ήθελα να παίξω λίγο παραπάνω.
Πάντα θα μου προκαλεί απορία ο χρόνος.
Μέρος Β΄: Φόβος
Όσο περισσότερο μεγάλωνα τόσο περισσότερο με φόβιζε ο χρόνος. Τι είναι αυτό το πράγμα που κανείς δεν ξέρει; Τα τελευταία δύο χρόνια είναι ένας αγώνας ανάμεσα σε εμένα και τον χρόνο. Ποια είμαι; Τι θέλω από τη ζωή μου; Χρόνος που μπορώ να απαντήσω αυτά τα ερωτήματα: τεχνικά όποτε θέλω, πρακτικά περίπου ενάμισης χρόνος, όταν θα πρέπει να απαντήσω τι θέλω να σπουδάσω, ποιο θα είναι το μέλλον μου. Όταν θα ενηλικιωθώ.
Και η ίδια η καθημερινότητα. Πρέπει να κοιμηθώ οκτώ ώρες, χρειάζομαι δύο ώρες για να φάω, άλλες έξι στο σχολείο και μετά δύο στο φροντιστήριο, τέσσερις ώρες για διάβασμα. Σύνολο είκοσι δύο ώρες. Τελικά απομένουν δύο ώρες που βρίσκομαι στο δρόμο, δύο ώρες που τρέχω να προλάβω τα πάντα.
Κι έπειτα, πότε έφτασα εδώ; Πού πήγε όλος αυτός ο χρόνος που πέρασε; Έγιναν όλα τόσο γρήγορα σαν τρακάρισμα. Τελείωσα το δημοτικό, μπήκα στην εφηβεία, πραγματοποιήθηκε η σύγκρουση. Ήμουν στο γυμνάσιο, ανοίγουν οι αερόσακοι, η ζώνη ασφαλείας με τραβάει πίσω. Προσπαθώ να κρατηθώ σε όσα ξέρω. Είμαι στο λύκειο και το αμάξι έχει εκτροχιαστεί, δεν έχει πάτημα ή χρόνο για να σταματήσει. Κι εγώ καθηλωμένη στη θέση μου.
Με τρομάζει ο χρόνος.
Μέρος Γ΄
Πιάνω ξανά το τιμόνι, φωνάζω και χτυπιέμαι, πατάω γκάζι και φρένα ό,τι από τα δύο πιάσει.
Συνειδητοποιώ ότι πρέπει να πάρω τον έλεγχο πίσω, το πρώτο σοκ έχει περάσει. Έχω τόσα ακόμα να δω, να μάθω, να γνωρίσω, να νιώσω.
Αφήνω όσα δεν μπορώ να κουβαλάω πια, κυρίως αρνητικές σκέψεις και άγχος, τόσο άγχος. Μετατρέπω τις ανησυχίες μου σε απορίες και ψάχνω ενεργά τη θέση μου στον κόσμο. Γίνομαι ξανά παιδί κάθε φορά που διαβάζω ένα βιβλίο, μαθαίνω κάτι καινούριο, βλέπω μια ταινία. Γίνομαι ξανά παιδί κάθε φορά που βγαίνω με τους φίλους μου, ταξιδεύω, γνωρίζω τον κόσμο.
Κάθε στιγμή που πέρασε, κάθε στιγμή που είναι να έρθει συμβαίνει τώρα. Είμαστε τα αθροίσματα των στιγμών που έχουμε ζήσει. Θα γίνω αστροφυσικός, θα προσπαθήσω να λύσω το μυστήριο του χρόνου που τόσο με έχει παιδέψει., θα χρησιμοποιήσω τον χρόνο μου σαν να ήταν κεφάλαιο και θα τον επενδύσω στον εαυτό μου και στον κόσμο γύρω μου, γιατί αυτό θα με κάνει ευτυχισμένη.
Ο χρόνος και εγώ γνωριζόμαστε καιρό τώρα.
Μέρος Α΄: Απορία
Όταν ήμουν μικρή είχα συνέχεια απορίες. Στατιστικά λένε, το μέσο πεντάχρονο κάνει περίπου πεντακόσιες ερωτήσεις την μέρα. Όλα ήταν καινούρια και όλα μου προκαλούσαν περιέργεια, αλλά ο χρόνος είχε μια ιδιαίτερη γοητεία. Τι είναι; Γιατί υπάρχει; Πώς δουλεύει; Πώς είμαστε σίγουροι ότι υπάρχει όταν δεν μπορούμε να τον δούμε, να τον αγγίξουμε, να τον μυρίσουμε;
Καμία απάντηση δεν ήταν αρκετά ικανοποιητική. Παρατηρώντας τον κόσμο γύρω μου, παρ’όλο που δεν μπορούσα να τον δω, τον έβλεπα και τον ένιωθα. Τον κρυφοκοίταζα στις φωτογραφίες γνωστών και αγαπημένων ανθρώπων μου και ταυτόχρονα αγνώστων. Πώς γίνεται να είναι αυτή η μαμά μου όταν έχει διαφορετικό κούρεμα, διαφορετικά ρούχα; Όμως είναι σίγουρα το ίδιο πρόσωπο, το χαμόγελο είναι το ίδιο γλυκό, τα μάτια είναι τα ίδια. Τον έβλεπα στους μεγάλους που συνέχεια βιάζονται. Μου προκαλούσε, θυμάμαι, έκπληξη το γεγονός ότι δεν μπορούσαν να δουν πόσο περισσότερο κουραζόντουσαν έτσι. Πώς βρέθηκαν εδώ; Με αυτήν την ερώτηση δεν ξέρω αν αναφέρομαι σε αυτούς ή στις ρυτίδες τους. Πόσες ιστορίες δεν γνωρίζω για αυτούς;
Και τον ένιωθα όταν ξυπνούσα το πρωί αλλά κάθε βράδυ ήμουν πάλι κουρασμένη, όταν ήθελα να παίξω λίγο παραπάνω.
Πάντα θα μου προκαλεί απορία ο χρόνος.
Μέρος Β΄: Φόβος
Όσο περισσότερο μεγάλωνα τόσο περισσότερο με φόβιζε ο χρόνος. Τι είναι αυτό το πράγμα που κανείς δεν ξέρει; Τα τελευταία δύο χρόνια είναι ένας αγώνας ανάμεσα σε εμένα και τον χρόνο. Ποια είμαι; Τι θέλω από τη ζωή μου; Χρόνος που μπορώ να απαντήσω αυτά τα ερωτήματα: τεχνικά όποτε θέλω, πρακτικά περίπου ενάμισης χρόνος, όταν θα πρέπει να απαντήσω τι θέλω να σπουδάσω, ποιο θα είναι το μέλλον μου. Όταν θα ενηλικιωθώ.
Και η ίδια η καθημερινότητα. Πρέπει να κοιμηθώ οκτώ ώρες, χρειάζομαι δύο ώρες για να φάω, άλλες έξι στο σχολείο και μετά δύο στο φροντιστήριο, τέσσερις ώρες για διάβασμα. Σύνολο είκοσι δύο ώρες. Τελικά απομένουν δύο ώρες που βρίσκομαι στο δρόμο, δύο ώρες που τρέχω να προλάβω τα πάντα.
Κι έπειτα, πότε έφτασα εδώ; Πού πήγε όλος αυτός ο χρόνος που πέρασε; Έγιναν όλα τόσο γρήγορα σαν τρακάρισμα. Τελείωσα το δημοτικό, μπήκα στην εφηβεία, πραγματοποιήθηκε η σύγκρουση. Ήμουν στο γυμνάσιο, ανοίγουν οι αερόσακοι, η ζώνη ασφαλείας με τραβάει πίσω. Προσπαθώ να κρατηθώ σε όσα ξέρω. Είμαι στο λύκειο και το αμάξι έχει εκτροχιαστεί, δεν έχει πάτημα ή χρόνο για να σταματήσει. Κι εγώ καθηλωμένη στη θέση μου.
Με τρομάζει ο χρόνος.
Μέρος Γ΄
Πιάνω ξανά το τιμόνι, φωνάζω και χτυπιέμαι, πατάω γκάζι και φρένα ό,τι από τα δύο πιάσει.
Συνειδητοποιώ ότι πρέπει να πάρω τον έλεγχο πίσω, το πρώτο σοκ έχει περάσει. Έχω τόσα ακόμα να δω, να μάθω, να γνωρίσω, να νιώσω.
Αφήνω όσα δεν μπορώ να κουβαλάω πια, κυρίως αρνητικές σκέψεις και άγχος, τόσο άγχος. Μετατρέπω τις ανησυχίες μου σε απορίες και ψάχνω ενεργά τη θέση μου στον κόσμο. Γίνομαι ξανά παιδί κάθε φορά που διαβάζω ένα βιβλίο, μαθαίνω κάτι καινούριο, βλέπω μια ταινία. Γίνομαι ξανά παιδί κάθε φορά που βγαίνω με τους φίλους μου, ταξιδεύω, γνωρίζω τον κόσμο.
Κάθε στιγμή που πέρασε, κάθε στιγμή που είναι να έρθει συμβαίνει τώρα. Είμαστε τα αθροίσματα των στιγμών που έχουμε ζήσει. Θα γίνω αστροφυσικός, θα προσπαθήσω να λύσω το μυστήριο του χρόνου που τόσο με έχει παιδέψει., θα χρησιμοποιήσω τον χρόνο μου σαν να ήταν κεφάλαιο και θα τον επενδύσω στον εαυτό μου και στον κόσμο γύρω μου, γιατί αυτό θα με κάνει ευτυχισμένη.
Ο χρόνος και εγώ γνωριζόμαστε καιρό τώρα.